πολυάρητος

πολυάρητος
πολυ-άρητος, viel gewünscht, sehr erwünscht

Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πολυάρητος — πολυά̱ρητος , πολυάρητος much wished for masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυάρητος — ον, Α (επικ. τ.) βλ. πολυάρατος …   Dictionary of Greek

  • πολυάρητον — πολυά̱ρητον , πολυάρητος much wished for masc/fem acc sg πολυά̱ρητον , πολυάρητος much wished for neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυάρατος — επικ. τ. πολυάρητος, ον, Α 1. ο πολύ επιθυμητός, πολυπόθητος («πρὶν θαυμάσας τὴν πολυάρατον σοφίαν ξυνεποδίσθης ὑπ αὐτοῡ», Πλάτ.) 2. ο πολύ καταραμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + ἀρῶμαι «παρακαλώ, εύχομαι, καταριέμαι» (πρβλ. δημ άρατος)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”